διαξ-
δ
δα
δε
δη
δι
δια-
διαβ-
διαγ-
διαδ-
διαε-
διαζ-
διαθ-
διαι-
διακ-
διαλ-
διαμ-
διαν-
διαξα-
διαξω-
διαπ-
διαρ-
διασ-
διατ-
διαυ-
διαφ-
διαχ-
διαψ-
διγ-
διδ-
διε-
διη-
διθ-
διι-
δικ-
διλ-
διμ-
διν-
διο-
διπ-
δισ-
διτ-
διυ-
διφ-
διχ-
διψ-
διω-
δο
δρ
δυ
δω
διαξαίνω
Meaning:
to card, shred, comb
Forms:
διέξανε
Verb: Aor Act Ind 3rd Sing
διάξω
Parse:
Verb: Fut Act Ind 1st Sing
Root:
διάγω